του Ι. Μότση
Γεννήθηκε στη Λευκάδα στις 15 Μαρτίου 1884. Ο πατέρας του δάσκαλος Κεφαλονίτης και η μητέρα του ηπειρωτικής καταγωγής. Τελειώνοντας το Γυμνάσιο γράφτηκε στην Νομική Σχολή της Αθήνας την οποία εγκατέλειψε για να ασχοληθεί με την ποίηση και το θέατρο.
Το 1915 εκδίδει την ποιητική συλλογή «Πρόλογος στη Ζωή, Η Συνείδηση της Γης μου»,το την ίδια χρονιά την ποιητική συλλογή «Η Συνείδηση της Φυλής μου», το 1916 την ποιητική συλλογή «Η Συνείδηση της Γυναίκας», και το 1917 την συλλογή «Η Συνείδηση της Πίστης». Κατά την περίοδο 1917-1920 εκδίδει τα χαρακτηριστικά ποιήματα «Το Πάσχα των Ελλήνων» και «Μήτηρ Θεού».
Το 1927 και το 1930 οργάνωσαν με την γυναίκα του τις δελφικές γιορτές στα πλαίσια της ιδέας τους για την αναβίωση των πανανθρώπινων ιδανικών της αρχαίας Ελλάδας και της αναβίωσης των αρχαίων ελληνικών πνευματικών κέντρων. Θέλησαν να γίνουν οι Δελφοί ένα παγκόσμιο πολιτιστικό κέντρο συναδέλφωσης . Στο αρχαίο θεάτρου των Δελφών έγιναν για πρώτη φορά παραστάσεις αρχαίου δράματος στην σύγχρονη εποχή.
Για τις πρωτοβουλίες αυτές, η Ακαδημία Αθηνών απένειμε στο Σικελιανό το 1929 αργυρό μετάλλιο.
Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, ο Σικελιανός διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην πνευματική αντίσταση του λαού, με κορυφαία εκδήλωση το ποίημα και το λόγο που εκφώνησε στην κηδεία του Παλαμά το 1943.
(Απαγγελία: Αγγελος Σικελιανός)
Ηχήστε οι σάλπιγγες… Καμπάνες βροντερές,
δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα…
Βογκήστε τύμπανα πολέμου… Οι φοβερές
σημαίες, ξεδιπλωθείτε στον αέρα !
Σ’ αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα! Ένα βουνό
με δάφνες αν υψώσουμε ως το Πήλιο κι ως την Όσσα,
κι αν το πυργώσουμε ως τον έβδομο ουρανό,
ποιόν κλεί, τι κι αν το πεί η δικιά μου γλώσσα;
Μα εσύ Λαέ, που τη φτωχή σου τη μιλιά,
Ήρωας την πήρε και την ύψωσε ως τ’ αστέρια,
μεράσου τώρα τη θεϊκή φεγγοβολιά
της τέλειας δόξας του, ανασήκωσ’ τον στα χέρια
γιγάντιο φλάμπουρο κι απάνω από μας
που τον υμνούμε με καρδιά αναμμένη,
πες μ’ ένα μόνο ανασασμόν: “Ο Παλαμάς !”,
ν’ αντιβογκήσει τ’ όνομά του η οικουμένη !
Ηχήστε οι σάλπιγγες… Καμπάνες βροντερές,
δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα…
Βογκήστε τύμπανα πολέμου… Οι φοβερές
σημαίες, ξεδιπλωθείτε στον αέρα !
Σ’ αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα ! Ένας λαός,
σηκώνοντας τα μάτια του τη βλέπει…
κι ακέριος φλέγεται ως με τ’ άδυτο ο Ναός,
κι από ψηλά νεφέλη Δόξας τονε σκέπει.
Τι πάνωθέ μας, όπου ο άρρητος παλμός
της αιωνιότητας, αστράφτει αυτήν την ώρα
Ορφέας, Ηράκλειτος, Αισχύλος, Σολωμός
την άγια δέχονται ψυχή την τροπαιοφόρα,
που αφού το έργο της θεμέλιωσε βαθιά
στη γην αυτήν με μιαν ισόθεη Σκέψη,
τον τρισμακάριο τώρα πάει ψηλά τον Ίακχο
με τους αθάνατους θεούς για να χορέψει.
Ηχήστε οι σάλπιγγες… Καμπάνες βροντερές,
δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα…
Βόγκα Παιάνα ! Οι σημαίες οι φοβερές
της Λευτεριάς ξεδιπλωθείτε στον αέρα !
Ἀναδυομένη
Ἀνεβαίνοντας στὸν Ὄλυμπο
Ἀπὸ τὸν Πρόλογο τοῦ Πλήθωνα
Γιατὶ βαθιά μου δόξασα
Δαίδαλος
Ζευγάρια
Ἡ Αὐτοκτονία τοῦ Ἀτζεσιβάνο
Θαλερό
Ἱερὰ Ὁδός
Ὁ Γέρος
Ὁ Διθύραμβος τοῦ Ῥόδου
Ὁ Δωριέας Πρωθιεράρχης
Ὁ ὕπνος τοῦ Μιστράλ
Ὄχι δὲν εἶναι χίμαιρα
Πνευματικὸ Ἐμβατήριο
Πορτραῖτο τοῦ Μαβίλη
Πρωτέας
Ραψῳδίες τοῦ Ἰόνιου
Στὴ Μαρία Πολυδούρη
Στ᾿ Ὅσιου Λουκᾶ τὸ Μοναστήρι
Τὸ Πανανθρώπινο Ἐμβατήριο
Τὸ πρωτοβρόχι
Τρεχαντήρα
Ὕμνος Στὸν Ἑωσφόρο Τὸ Ἄστρο
Ὕμνος τοῦ μεγάλου Νόστου
Χριστὸς Λυόμενος ἢ Ὁ Θάνατος τοῦ Διγενῆ
ᾨδὴ Σ᾿ Ἕνα Χαμένον Ἔρωτα
ᾨδὴ στὸ Μακρυγιάννη