Μορφές Eλληνικότητας στην Ελληνική Διασπορά και Προοπτικές Διατήρησης των Δεσμών
Του Βασίλη Τσαπαλιάρη, http://btsapway.blogspot.gr
Όπως έχει κατανοηθεί σε γενικές γραμμές στις κοινωνικές επιστήμες, η ταυτότητα έχει χαρακτήρα δυναμικό και αναπροσαρμόζεται συνεχώς στο πλαίσιο μιας διαλεκτικής σχέσης που συνδέει ένα κοινωνικό σύνολο με τον περιβάλλοντα χώρο, κοινωνικό και περιβαλλοντικό. Ανάλογα με την εκάστοτε ιστορική εξέλιξη, τις εκάστοτε πολιτικές, οικονομικές, κοινωνικές και πολιτισμικές συνθήκες διαβίωσης των διαφόρων κοινωνικών ομάδων.
Περιλαμβάνει, αντικειμενικά όσο και υποκειμενικά στοιχεία αυτοσυνειδησίας, τα οποία λειτουργούν ως σημεία και βάση αναφοράς, αντιδιαστολής και διάκρισης των ταυτοτήτων των διαφόρων κοινωνικών συνόλων ή και των ατομικών ταυτοτήτων (υπο-ταυτοτήτων).
Ι. Διαμόρφωση και αναδιαμόρφωση ταυτοτήτων
Στο πλαίσιο των παραπάνω, η διαμόρφωση της ταυτότητας μπορεί – όπως είπαμε σε προηγούμενη αναφορά μας – να βασιστεί σε σύμβολα και συμβολισμούς, που έχει εσωτερικεύσει κάποιος, με βάση τα οποία μπορεί να διαμορφώσει μια ορισμένη αντίληψη και παραδοχή του «ανήκειν» σε μια συγκεκριμένη εθνοτική ομάδα.
Μπορεί, ακόμα, να γίνει με βάσει «υπαρκτές» ή και «υποτιθέμενες» ιδιότητες, του «εμείς» και οι «άλλοι». Μπορεί να παραχθεί ακόμα σε αφαιρετικό επίπεδο με αφαιρετικές εξιδανικεύσεις και αναγωγές στο παρελθόν ενός έθνους, παρά με ιδιότητες εξαγόμενες από τη σύγχρονη πραγματικότητα.
Τέλος, μπορεί να καλλιεργηθεί με την εκπαιδευτική διαδικασία ή στο πλαίσιο της λειτουργίας της οικογένειας ως μηχανισμού κοινωνικοποίησης και κοινωνικής ένταξης του ατόμου, να παραχθεί και μέσα από μια εικονική πραγματικότητα, με την δημιουργία και την μετάδοση μύθων, ιδεολογιών και εθνικών παραδόσεων στις νέες
Στην περίπτωση ειδικά των μεταναστευτικών διασπορών, η εθνοπολιτισμική ταυτότητα αποτελεί φαινόμενο επηρεαζόμενο, σε γενικές γραμμές, από παράγοντες της χώρας υποδοχής, τις «ενδοεθνοτικές» σχέσεις μεταξύ των διαφόρων τμημάτων των διαφόρων διασπορών και τέλος, από τις χώρες προέλευσης. Στο πλαίσιο των επιδράσεων από τις σχέσεις αυτές, η διαμόρφωση των διασπορικών ταυτοτήτων διαμορφώνεται με ποικίλες μεταβλητές και μπορεί να λαμβάνει ποικίλες μορφές και τιμές, να μεταλλάσσει τους δεσμούς με το έθνος-κράτος καταγωγής και τις μορφές και το περιεχόμενο των διασπορικών ταυτοτήτων σε σχέση με το τελευταίο.
Ορισμένες από τις μεταβλητές διαμόρφωσης και διαφοροποίησης των εθνοπολιτισμικών ταυτοτήτων, είναι η κοινωνική θέση των ατόμων, οι λόγοι απώθησης και έλξης που συντέλεσαν στην αποδημία και την διασπορά. Επιπλέον, οι πολιτικές παρεμβάσεις και προγραμματικές δραστηριότητες καλλιέργειας και στήριξης της ταυτότητας του έθνους-κράτους καταγωγής στους διασπορικούς εθνικούς πληθυσμούς. Αντιστοίχως, οι πολιτικές και τα προγράμματα κοινωνικής ένταξης των μεταναστευτικής καταγωγής πληθυσμών του κράτους υποδοχής. Τέλος, και κατά καθοριστικότερο τρόπο, οι γενικότερες συνθήκες και οι όροι διαβίωσης στις κοινωνίες αποδοχής, υπό την πίεση των οποίων και τις βιωματικές προτεραιότητες που θέτουν, έχουν ως αποτέλεσμα να υποχωρούν, αναπόφευκτα, διάφορα στοιχεία της εθνικής ταυτότητας της χώρας καταγωγής. Πράγμα που, ως προς την ελληνική διασπορά, συμβαίνει σε μεγάλη σχετικά έκταση ως προς τη χρήση της ελληνικής Υπό τις επιδράσεις των παραγόντων αυτών εκείνο που χαρακτηρίζει την ταυτότητα
των μεταναστευτικών διασπορών είναι ο διακυμαινόμενος χαρακτήρας της. Η ποικιλία των μορφών που τη διακρίνει, και εξ αιτίας αυτού η δυσκολία ενός κοινά αποδεκτού ορισμού. Ιδίως, καθώς στον προσδιορισμό του «εμείς» και του «άλλου», υπεισέρχονται αναπόφευκτα υποκειμενικά κριτήρια, λανθάνουσες υποκειμενικές ή εθνοκεντρικές αντιλήψεις, ή λανθάνουσες, αστήρικτες υποθέσεις.
ΙΙ.Εκφάνσεις ελληνικότητας
Υπό αυτές τις συνθήκες διαμόρφωσης και αναδιαμόρφωσης των ταυτοτήτων υπό διάφορους, μεταβλητούς παράγοντες, πέρα από τα ελληνογενή στοιχεία, η ταυτότητα των ομογενών φαίνεται να εμπεριέχει εκ παραλλήλου στοιχεία, από τον πολιτισμό ή τους πολιτισμούς των χωρών διαμονής, απολήγοντας στη «διασταύρωση και των δύο κουλτούρων» (Kalantzis M., 1999, σ. 199-206)
Αυτό αποτελεί προφανώς αναπόφευκτο αποτέλεσμα από τις ισχυρές και αναπότρεπτες επιδράσεις του πολιτισμού ή των πολιτισμών των ξένων χωρών διαμονής. Υπό τις επιδράσεις αυτές, όπως έχει υποστηριχτεί υποχωρούν ή και χάνονται αρκετά στοιχεία της εθνοπολιτισμικής ταυτότητας. «Όχι όμως», κατά μία εκδοχή, και «το συναίσθημα, η πίστη στην καταγωγή, η προφορική παράδοση, δηλαδή αυτό που αποκαλούμε πολιτισμικό ελάχιστο…» (Μ. Δαμανάκης, 2002, σ. Τα παραπάνω στοιχεία, κατά την προαναφερόμενη προσέγγιση, συγκροτούν το περιεχόμενο της λεγόμενης «συμβολικής εθνοτικότητας», το οποίο, ως πιστεύεται, μπορεί να διαφοροποιείται από διασπορά σε διασπορά, λόγω της διαφορετικής ιστορικής πορείας και εξέλιξης τους, στο χρόνο και στο χώρο.
Υπό τις συνθήκες αυτές, ως έχει λεχθεί, δεν διακρίνει την Ελληνική Διασπορά ένα
ενιαίο επίπεδο εθνικότητας, αλλά διάφορες εκφάνσεις ελληνικότητας.
Ο Μ. Δαμανάκης, (στο ίδιο), στηριζόμενος στις σχετικές ερευνητικές αναλύσεις, διακρίνει τρεις βασικές εκφάνσεις ελληνικότητας: α) την ελληνικότητα, όπως αυτή εκφράζεται στην Ελλάδα (ελλαδική ελληνικότητα), β) την εξωελλαδική και εντούτοις έντονα ελλαδοκεντρική ελληνικότητα, και, γ) την εξωελλαδική συμβολική ελληνικότητα, όπως αυτή εκφράζεται μέσα από το πολιτισμικό ελάχιστο, για το οποίο έγινε λόγος παραπάνω.
Με τα δεδομένα αυτά, η ταυτότητα των ομογενών φαίνεται να παρουσιάζει διαφόρων βαθμών κυμάνσεις,. Να παρατηρούνται είτε καθαρά ελλαδοκεντρικές εκδηλώσεις είτε εκφάνσεις συμβολικού χαρακτήρα (Κιτροέφ Αλ., 2006, σ. 91).
Οι διαφορετικές εκφάνσεις ελληνικότητας, ως έχει λεχθεί, φαίνεται να προσδιορίζουν κατ` αναλογία και το μέγεθος της Ελληνικής Διασποράς και το βαθμό κινητοποίησης της, για την προάσπιση των εθνικών θεμάτων.(Κόντης Α., «Σχεδίασμα μελέτης της Ελλαδικής Πολιτικής για την Διασπορά», εισήγηση Συμποσίου Ο Ελληνισμός της Αυστραλίας, 27-28/5/2004).
ΙΙΙ. Εναλλακτικοί ενωτικοί πόλοι και μεταλασσόμενοι δεσμοί «συνανήκειν»
Έχοντας υπόψη όσα ελέχθησαν στις προηγούμενες προσεγγίσεις του γράφοντος, ειδικά ότι η εθνοπολιτισμική ταυτότητα αποτελεί ένα μεταβαλλόμενο και πολυδιάστατο φαινόμενο, η ελληνικότητα μπορεί να υφίσταται προσλαμβάνοντας διαφορετικό περιεχόμενο σε σχέση με τη στενή ελλαδοκεντρική έννοια του όρου. Έννοια η οποία δίνοντας ειδικό βάρος στη γλώσσα και σε διάφορες άλλες περιοχές του ελληνικού πολιτισμού μπορεί να έχει κεφαλαιώδη σημασία για τη συνοχή των ένδημων ελληνικών πληθυσμών, αλλά όχι κατ` ανάγκη στις σχέσεις με τους εκτός εθνικής επικράτειας Έλληνες, τους Έλληνες της Διασποράς. Στους οποίους εξασθενούν αναπόφευκτα η γνώση και η χρήσης της ελληνικής γλώσσας υπό τις πιέσεις χρήσης της κυρίαρχης γλώσσας της χώρας διαμονής, ή διάφορα στοιχεία της ελληνορθόδοξης παράδοσης με την παρατηρούμενη αύξηση των επιγαμιών. Πράγμα που φαίνεται να αποτελεί τον κανόνα με την αύξηση της διάρκειας παραμονής στην αλλοδαπή, αλλά, εντούτοις, δεν φαίνεται να κατατείνει απαραιτήτως στην αποποίηση κάθε άλλου είδους δεσμών με την Ελλάδα, αλλά μάλλον σε μια μετάλλαξη των δεσμών των σχέσεων με την Ελλάδα. Να οδηγεί, αντισταθμιστικά, σε διάφορες μορφές «συμβολικής ελληνικότητας». Πράγμα που παρατηρείται στις τάξεις των νεότερων γενεών, οι σχέσεις των οποίων παρουσιάζονται να «έχουν χαρακτήρα πολιτισμικό και συναισθηματικό» (Κιτροέφ Αλ., 2006, ο.π.) αυτόν τον τρόπο μια μορφή ελληνικότητας χωρίς το στοιχείο της γλώσσας. Έτσι, που παρότι μπορεί να μην γνωρίζουν επαρκώς ή καθόλου την ελληνική γλώσσα, εντούτοις, μπορούν να έλκονται και να ταυτίζονται με την Ελλάδα, κάλλιστα βάσει άλλων ενοποιητικών στοιχείων αυτοπροσδιορισμού. Π.χ. πεποιθήσεων «συνανήκειν», πίστης στην κοινή καταγωγή, ιδεολογημάτων κ.λπ.
Ορισμένοι ερευνητές, έχουν αναφερθεί στην ιδιαίτερα μεγάλη σημασία που μπορεί να έχει στη ζωή των ομογενών η ισχύς της Ελλάδας σε ορισμένα πεδία της πολιτικής και πολιτισμικής ζωής. Όπως, λόγου χάρη η ένταξη και συμμετοχή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.), και η παροχή ευχερειών ελεύθερης μετακίνησης και απασχόλησης των Ελλήνων πολιτών σε διάφορες άλλες χώρες-μέλη της Ε.Ε. Γεγονός, που φαίνεται να συσχετίζεται με μια αλματική αύξηση των αυστραλογενημένων Ελλήνων κατόχων ελληνικής ιθαγένειας την περίοδο 1981-2007. Έτσι που ο αριθμός τους από 10.000 περίπου άτομα το 1981, το 1991φέρεται να έφτασε τις 18.000, και το 2007 τις 170.000. (Τάμης Α., 2008, σ.105-106)
Ανάλογες συμπεριφορές «συνανήκειν» με την Ελλάδα από πλευράς των νεότερων γενεών, φέρεται να παρατηρούνται και με αφορμή ορισμένες επιτυχίες της Ελλάδας στον πολιτιστικό και αθλητικό τομέα, αλλά και με αφορμή ορισμένες επιτυχείς κινήσεις σε θέματα διευθέτησης πολεμικών συρράξεων και αποκλιμάκωσης των πολεμικών συγκρούσεων σε ορισμένες περιοχές. (ο.π.)
IV. Προοπτικές διατήρησης των δεσμών
Στο μέτρο που τα προαναφερόμενα φαινόμενα παρουσιάζουν ανάλογες σε ένταση και μαζικότητα τάσεις και σε άλλες χώρες, ιδίως στις χώρες με τους μεγαλύτερους αριθμούς ελληνικής καταγωγής πληθυσμών, θα μπορούσαμε να πούμε πως η υποχώρηση γνώσης και χρήσης της ελληνικής γλώσσας και της θρησκευτικότητας, δεν συνεπάγεται κατ` ανάγκη μια ισοπεδωτική κοινωνική ένταξη των ομογενών στις κοινωνίες διαμονής.
Αυτό θα μπορούσε να υποστηριχτεί και να ενισχυθεί λαμβάνοντας υπόψη εκτός αυτών όσα αναφέρθηκαν σε άλλη προσέγγιση μας σχετικά με τους παρατηρούμενους γενικά δεσμούς ανάμεσα στη γλώσσα και την εθνοπολιτισμική ταυτότητα.. Ειδικότερα, το γεγονός, από την εμπειρία άλλων εθνών, ότι οι δεσμοί ανάμεσα στην εθνικότητα και τη γλώσσα εμφανίζονται γενικά να παρουσιάζουν αξιοσημείωτη ποικιλία. Ότι οι «δείκτες» γλώσσας-εθνικότητας παρουσιάζονται από ισχυροί έως απολύτως χαλαροί. Φαινόμενο που φαίνεται να παρατηρείται στον ένα ή στον άλλο βαθμό και στην περίπτωση των διαφόρων διασπορών.
Ακόμα, τηρουμένων των αναλογιών, την υπόθεση αυτή θα μπορούσε να ενισχύσει,
κατά κάποιο τρόπο η εμπειρία από την ελληνική ιστορική διασπορά στις χώρες της πρώην Ε.Σ.Σ.Δ. σχετικά με το φαινόμενο της διαμόρφωσης συμπεριφορών ελληνικότητας και «συνανήκειν» με την Ελλάδα σε αφαιρετικό επίπεδο, άσχετο με τη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα, με αφαιρετική εξιδανίκευση της Ελλάδας. Με προσεγγίσεις και αναγωγές στο απώτερο παρελθόν μέσω ξένων γλωσσών, χωρίς καν να γνωρίζουν την ελληνική γλώσσα.
Το γεγονός, επί παραδείγματι, ότι, πολλοί ταταρόφωνοι της Ουκρανίας, ειδικά της Μαριούπολης και των γύρω σε αυτή χωριών εμφανίζονται σήμερα να αυτοπροσδιορίζονται ως Έλληνες, παρότι έζησαν για μεγάλα χρονικά διαστήματα αποκομμένοι από την Ελλάδα και ενσωματωμένοι στη χώρα διαμονής. Πράγμα, που φέρεται να οφείλεται στην τροφοδότηση της ελληνικότητας τους κυρίως μέσα από τη βυζαντινή παράδοση και την αρχαιοελληνική γραμματεία. Διαπίστωση που φέρεται να συναντάται και σε άλλες παροικίες της ελληνικής διασποράς. (Δαμανάκης Μ.,1999, σ. 38).
Βεβαίως, οι συνθήκες και η διαμόρφωση και αναδιαμόρφωση των εθνοτικών ταυτοτήτων στις χώρες της πρώην Ε.Σ.Σ.Δ. και στις δυτικές χώρες παρουσιάζονται εντελώς ανόμοιες και δεν επιτρέπουν την εξαγωγή βάσιμων υποθέσεων για την πορεία του Ελληνισμού στις τελευταίες. Αν λάβουμε ειδικά υπόψη την ορθόδοξη θρησκευτική ταυτότητα στις πρώτες, την ιστορία, και τις περιπέτειες των εθνοτικών μειονοτήτων. Και, αντιθέτως, το προτεσταντικό περιβάλλον, που παρουσιάζεται να ασκεί ισχυρές επιδράσεις στους ελληνορθοδοξους πληθυσμούς των ΗΠΑ, σύμφωνα με παλαιότερα λεχθέντα του πρώην Αρχιεπισκόπου Σπυρίδωνα με αφορμή τη σημειωθείσα επί των ημερών του κρίση στην εκεί Αρχιεπισκοπή, τις πολυπολιτισμικές πολιτικές, αλλά και ποικίλους άλλους πολιτισμικούς διαμορφωτικούς παράγοντες στις χώρες της Δύσης.
Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη ότι η ταυτότητα αποτελεί δυναμικό, συνεχώς μεταβαλλόμενο φαινόμενο, χωρίς τέλος και ολοκλήρωση αλλά εν τούτοις προσδιοριζόμενο προς την μια ή προς την άλλη κατεύθυνση, αν και κατά ένα μεγάλο σχετικά μέρος από παράγοντες των χωρών διαμονής, μπορούμε να πούμε ότι πολλά ενδεχόμενα παραμένουν ανοιχτά. Μοιάζει να παίζεται σε μια νοερή διαπολιτισμική σκακιέρα, με πολλούς πεσσούς. Με πολλά τετραγωνίδια θέσεων και συνδυασμούς κινήσεων άσπρου-μαύρου, αλλά ενδεχομένως και άλλων αποχρώσεων, αν και όχι με εκατέρωθεν ισοδύναμους παίκτες.
Αφορμές και πόλοι έλξης προς της Ελλάδα, μπορεί, π.χ. να είναι για ορισμένους ομογενείς, ακόμα και το ελληνικό τραγούδι και η ελληνική δημοτική ποίηση. Για να θυμηθούμε, εν προκειμένω, την περίπτωση της Καλομοίρας από τον Ελληνισμό της Αμερικής και την πρόσφατη τη Κάλιας από την Αυστραλία, με αφορμή την εκπομπή «The Voice of Greece». Ακόμα, από την προσωπική εμπειρία του γράφοντος από υπηρεσιακό ταξίδι σε χώρες της πρώην Ε.Σ.Σ.Δ., την περίφημη γιαγιά από την κωμόπολη Σαρτανά της Ουκρανίας, η οποία μη έχοντας ικανότητα επικοινωνιακής χρήσης της ελληνικής γλώσσας, εντούτοις παρουσιάστηκε σε εκδήλωση, να απαγγέλνει άψογα τους στίχους του Διγενή Ακρίτα, χωρίς να γνωρίζει πέραν τούτου «γρι ελληνικά».
Με αυτά τα δεδομένα, θα μπορούσαμε να συμφωνήσουμε χωρίς επιφυλάξεις με τη θέση ότι η ουσία του δεσμού της ομογένειας με την Ελλάδα, «δεν είναι το σταθερό περιεχόμενο της ελληνικής ταυτότητας σε Ελλάδα και ομογένεια αλλά το είδος της σχέσης ανάμεσα τους…». Κι ακόμα ότι αντικειμενικός στόχος πρέπει να είναι «η διαμόρφωση μιας θετικής σχέσης με την Ελλάδα και τον ελληνικό πολιτισμό στη διαχρονική του διάσταση… » (Γκότοβος, 2008, σ. 75)
Τέλος, και το σπουδαιότερο, ότι εθνικό το κέντρο πρέπει «να μάθει να δέχεται διαφορετικές ερμηνείας και εκδοχές της ελληνικότητας από εκείνες που είναι εθισμένο να αναγνωρίζει» (ο.π.)
Βιβλιογραφία:
Kalantzis M., 1999, “Hybrid Culture: Greek Australian/Australian Greek”, in Greeks in English Speaking Countries, Hellenic Studies Forum INC., Melbourne, 1992.
Δαμανάκης Μ., 2004, «Νεοελληνικό κράτος και νεοελληνική διασπορά: Θεσμικές και εκπαιδευτικές διαστάσεις στη μεταξύ τους σχέση» Ελληνόγλωσση Εκπαίδευση στη Διασπορά. Ιστορία της Νεοελληνικής Διασποράς. Έρευνα και Διδασκαλία
Κιτροέφ Αλ. (2006) «Η Μεταπολεμική Μετανάστευση», στο Χασιώτης Ι. κ.ά., Οι Έλληνες στη Διασπορά – 15ος έως 21ος αιώνας, εκδόσεις Βουλής των Ελλήνων, Αθήνα, σελ. 75-94
Τάμης Α., 2008, «Παγκοσμιοποίηση και διαμόρφωση της εθνοπολιτισμικής ταυτότητας των Ελλήνων της Αυστραλίας»,
Πρακτικά Συνεδρίου Παγκοσμιοποίηση και Ελληνική Διασπορά 29 Ιουνίου -1 Ιουλίου 2007, τόμος Α ́, Έκδ. Ε.ΔΙΑ.Μ.ΜΕ., Ρέθυμνο 2008, σελ. 103-112
Δαμανάκης Μ., 1999, «Εθνοπολιτισμική ταυτότητα και Εκπαίδευση στην Ελληνική Διασπορά», Πρακτικά Πανελλήνιου –Πανομογενειακού Συνεδρίου «Ελληνόγλωσση Εκπαίδευση στο Εξωτερικό» 26-28 Ιουνίου, 1998, εκδ. Ε.ΔΙΑ.ΜΕ. Ρέθυμνο 1999.
Γκότοβος Α, 2008, «Οικουμενικότητα, διασπορές και εθνικισμοί: το αίτημα για εκσυγχρονισμό της ομογενειακής πολιτικής», Πρακτικά Συνεδρίου Παγκοσμιοποίηση και Ελληνική Διασπορά 29 Ιουνίου -1 Ιουλίου 2007, τόμος Α ́, Έκδ. Ε.ΔΙΑ.Μ.ΜΕ., Ρέθυμνο 2008, σελ. 71-76